Πάντα αναρωτιόμουν τι ιστορίες ακούνε, οι άνθρωποι πίσω, απο το μπαρ . Η νύχτα πόσο αποκαλυπτική, μπορεί να γίνει, σε έναν μπάρμαν η μια μπαργούμαν, μέσα απο τις συμπεριφορές των θαμώνων τους , και τις μικρές ή μεγάλες εξομολογήσεις τους, στον άνθρωπο που θα στάξει αλκοόλ στο ποτήρι τους και ίσως και μια δόση κατανόησης που δεν μπορούν, να βρούνε πουθενά αλλού. Ακόμα και όταν σωπαίνει ο μπάρμαν, πιστεύω ότι ακούει και βλέπει τα πάντα μέσα στο μαγαζί του.
Δυό φορές την εβδομάδα λοιπόν ο Φρίξος ο Εξομολόγος, φίλος μου μπάρμαν και ποιητής της νύχτας, θα μας λέει μια ιστορία του μπαρ και των ανθρώπων του.
Φωτεινή Κατσάλη / Αρχισυνταξία

Ο Θλιμένος Λημνιός

Ο Λημνιός. Πριν καμιά δεκαριά χρόνιά, δουλεύοντας λίγο έξω απ’ τη Θεσσαλονίκη γνώρισα τον Παναγιώτη. Ιδιοκτήτης μιας ταβέρνας, όχι πολύ μακριά απο το μπαρ που δούλευα, στο σχόλασμά του πάντα περνούσε απ’ το μπαρ μας.

Ψηλός κι επιβλητικός στην όψη, ευγενέστατος στη συμπεριφορά του και ήρεμος μέχρι το τελευταίο του ποτό. Η μόνη του παραξενιά ήταν πως δεν έφευγε αν δεν άκουγε το αγαπημένο του τραγούδι. One love λοιπόν από U2. Δεν τον ρώτησα ποτέ γιατί θέλει να το ακούει κάθε φορά που έρχεται.

Γνωριστήκαμε πολύ καλά, μερικές φορές είχα πάει και στην ταβέρνα του. Άψογος επαγγελματίας. Η μόνη μου ένσταση ήταν το πάθος του με το αλκοόλ, αφού σχολούσε όμως. Με καταγωγή απ’ την Λήμνο, εξου και το όνομα του μαγαζιού του.

Είχε φύγει κάποια χρόνια και μετανάστης στην Αυστραλία. Έκανε γερό κομπόδεμα, βοήθησέ πολύ κόσμο απ’ το νησί του και επένδυσε στο μαγαζί του. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το κρεμαστό που φορούσε στον λαιμό του. Μια βέρα κι ένας Σταυρός. Δεν τον ρώτησα μέχρι εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ προς τα τέλη Ιανουαρίου. Ήρθε σχετικά νωρίς και μου παρήγγειλε το ποτό του. Παγωνιά έξω, λίγα πράγματα στην ταβέρνα κι εμείς με ελάχιστο κόσμο στο μαγαζί. Rusty nail.

Δεν τον συνόδευε ποτέ καμιά γυναίκα και μια φορά που τον φλέρταρε μια λίγο πιο έντονα την απώθησε με ευγενικό αλλά έντονο ύφος. Φρίξο θα ήθελα ένα τελευταίο ποτό και να πεις στον d j να παίξει το τραγούδι μου. Δεν άντεξα εκείνο το βράδυ όταν ξεκίνησαν οι πρώτες νότες του τραγουδιού και ήμουν αποφασισμένος να τον ρωτήσω. Πρώτη φορά όμως τον κοιτούσα τόσο έντονα και διέκρινα μερικά δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια του. Μην στεναχωριέσαι μικρέ, μου είπε.

Δεν θα μου περάσει ποτέ, αλλά ίσως σταματήσω να κλαίω μετά από μερικά χρόνια. Όπως μου εξιστόρησε ο Παναγιώτης ήταν αρραβωνιασμένος πριν 4 χρόνια και η μέλλουσα γυναίκα του περίμενε το πρώτο τους παιδί. Θα παντρευόντουσαν και όπως μου είπε είχαν αποφασίσει να χορέψουν στον γάμο τους το συγκεκριμένο τραγούδι. Όμως η μοίρα είχε άλλα όνειρα.

Η γυναίκα του έπρεπε να πετάξει στην Αυστραλία που είχαν γνωριστεί για κάποια τελευταία διαδικαστικά θέματα που αφορούσαν και τους δύο άπο τον καιρό που ήταν μετανάστες εκεί. Δεν γύρισε ποτέ πίσω στην Ελλάδα εξαιτίας ενός τρομερού αεροπορικού δυστυχήματος. Το αεροπλάνο έπιασε φωτιά και συνετρίβη κοντά στις Φιλιππίνες. Το μόνο που του παρέδωσαν ήταν αυτή η βέρα που κρέμασε στον λαιμό του μαζί με τον Σταυρό.

-Και πως θα συνεχιστεί από εδώ και πέρα Παναγιώτη;

-Δεν πρόκειται να κοιτάξω ποτέ άλλη γυναίκα Φρίξο μου. Θα είναι σαν να την απατώ και δεν το θέλω.

Με πλήρωσε και μ’ ευχαρίστησε για την παρέα εκείνο το βράδυ. Όπως έφευγε τον κοιτούσα αποσβολωμένος να χάνεται στο σκοτάδι εκείνης της παγωμένης νύχτας του Ιανουαρίου. Σκέφτηκα πόση δύναμη αλλά και πόσα βάσανα μπορεί να κουβαλάει ένας άνθρωπος στην ψυχή του… Επίσης σκέφτηκα και κάτι άλλο που θα σας συμβούλευα να το κάνετε πράξη κι εσείς: Ποτέ μην κατακρίνετε έναν πελάτη που πηγαίνει σ ‘ένα μπαρ μόνος του πριν μάθετε την ιστορία του…

Rusty Nail 40 ml Bourbon 40 ml Drambuie

Φρίξος ο Εξομολόγος